διᾴττοντα

διᾴττοντα
διαίσσω
rush
pres part act neut nom/voc/acc pl (attic)
διαίσσω
rush
pres part act masc acc sg (attic)
διαίσσω
rush
pres part act neut nom/voc/acc pl (attic)
διαίσσω
rush
pres part act masc acc sg (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • διάττοντα — διαίσσω rush pres part act neut nom/voc/acc pl (attic) διαίσσω rush pres part act masc acc sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ρυμός — ο / ῥυμός, ΝΜΑ 1. μικρό επίμηκες ξύλο, κάθετο στον άξονα άμαξας, από τις δύο πλευρές τού οποίου ζεύονται τα ζώα, τιμόνι 2. το ξύλινο ή μεταλλικό πρόσθιο άκρο τού αρότρου στο οποίο προσαρμόζεται ο ζυγός και το οποίο χρησιμεύει για την έλξη του… …   Dictionary of Greek

  • χύση — η / χύσις, εως, ΝΜΑ 1. έκχυση, ροή, εκροή, χύσιμο 2. η χύτευση νεοελλ. 1. (διαλ.) ραγδαία βροχή 2. ναυτ. απόρριψη στη θάλασσα μέρους τού φορτίου λόγω τρικυμίας ή καταδίωξης 3. βοτ. γένος ορχεοειδών φυτών μσν. (για διάττοντα αστέρα) πτώση μσν. αρχ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”